Η Σκέπη δεν είναι γεγονός -είναι τρόπος
υπάρξεως του Θεού εν τω κόσμω, το σημείο όπου το άκτιστο αποδέχεται να
περιβληθεί το κτιστό, και όπου η ύλη μεταβάλλεται σε υπόσταση της Χάριτος.
Το άγιο μαφόριο της Θεοτόκου, ως ύφασμα θεοφορούμενο, δεν αποτελεί απλώς υλικό κατάλοιπο της ενσάρκωσης αλλά συνιστά ένσαρκη μεταφορά της ίδιας της θείας ενέργειας. Το ύφασμα αυτό, που κατά το «σύνηθες θαῦμα» ανελίσσεται στους Βλαχέρνες, είναι λειτουργία του φωτός μέσα στο βάθος της ύλης, θεοφάνεια εν χρόνω.
Εδώ η Θεοτόκος δεν εμφανίζεται ως απλή μεσίτρια μεταξύ Θεού και ανθρώπου, αλλά ως ο τόπος της μετάβασης του αοράτου στο ορατό — η οικονομία του μυστηρίου της παρουσίας.
Η σημασία της Αγίας Σκέπης υπερβαίνει κάθε εικονογραφική αναπαράσταση: είναι το μυστήριο του καλύμματος ως δομή της θείας φανέρωσης. Η Παναγία, απλώνοντας το μαφόριό της, δεν προστατεύει με τη βιολογική έννοια του καταφυγίου και καθιστά τον κόσμο δυνατό χώρο της Χάριτος.
Το σκέπειν εδώ είναι μια θεολογική πράξη: η εκχώρηση του άπειρου στο πεπερασμένο χωρίς απώλεια της θεότητας. Όπως το σώμα του Χριστού είναι «ὁ τόπος τοῦ ἀχωρήτου», έτσι και το μαφόριο γίνεται ὁ τόπος τοῦ ἀοράτου.
Η Σκέπη συνιστά την «υφασματολογία» της θεοφάνειας: η Χάρις δεν έρχεται ως φως απευθείας, αλλά ως ύφασμα φωτός, ως ενδιάμεσο πέπλο που δεν αποκρύπτει, αλλά καθιστά δυνατή την όραση. Ο Παλαμάς θα μιλούσε εδώ για το άκτιστο φως ως ενέργεια μη ταυτιζόμενη με την ουσία του Θεού, ενώ ο Μάξιμος ο Ομολογητής θα αναγνώριζε στο μαφόριο το σύμβολο της θείας συγκαταβάσεως -του τρόπου με τον οποίο ο Θεός ενδύεται την κτίση για να την καταστήσει διαφανή.
Το μαφόριο είναι επομένως λειτουργική μεταφορά του ίδιου του Λόγου, διότι, όπως ο Υιός «σαρκούται» διά της Μητρός, έτσι και η Χάρις «υφαίνεται» διά του ενδύματος της.
Η θεολογία της Σκέπης υπαινίσσεται μία θεολογία της αφής - εκείνης της απαλής, μη βίαιης εγγύτητας του Θεού προς το ανθρώπινο. Το μαφόριο δεν επιβάλλει την παρουσία, την υποβάλλει: η Παναγία δεν αποκαλύπτεται ως δύναμη, αλλά ως σκιά φωτός, ως αποφατική παρουσία που επιτρέπει στον άνθρωπο να σταθεί ενώπιον του υπερβατικού χωρίς να συντριβεί.
Αν το Άκτιστο είναι φως που δεν μπορεί να ιδωθεί, τότε η Σκέπη είναι η οικονομία του βλέμματος, η δυνατότητα να δούμε μέσα από το καλυμμένο, να αναγνωρίσουμε το Θεό μέσα από την ύλη που Τον σκεπάζει.
Η κίνηση του μαφορίου -το αιώρημα της ύλης που ανυψώνεται- συνιστά λειτουργία της ενσάρκωσης: ύλη που θυμάται την προέλευσή της και επιστρέφει στον Δημιουργό της. Το γεγονός ότι το θαύμα συμβαίνει κάθε Παρασκευή, ημέρα σταύρωσης, δείχνει τη συνεχή αναπαράσταση του Πάθους μέσα στην Ιστορία γιατί κάθε Σκέπη είναι και μία νέα Σταύρωση: μια θεία συγκατάβαση στον κόσμο, ώστε ο κόσμος να μη χαθεί.
Η Παναγία, σκέπουσα τον λαό, καθιστά ορατό το αόρατο χέρι του Θεού που δεν παύει να κατέρχεται.
Όταν η Εκκλησία της Ελλάδος, τον 20ό αιώνα, μετέθεσε την εορτή στην 28η Οκτωβρίου, το γεγονός δεν υπήρξε μια απλή εθνική συσχέτιση· ήταν αναβίωση της βυζαντινής θεολογίας της παρουσίας μέσα στην ιστορία.
Η Σκέπη λειτουργεί ως μεταϊστορικό υπόδειγμα προστασίας: όπως άλλοτε οι Βλαχέρνες γίνονταν τόπος σωτηρίας της Πόλης, έτσι τώρα η Παναγία καλύπτει τον λαό της Ελλάδος εν μέσω πολέμου.
Η λειτουργία της Ιστορίας γίνεται
θεολογική, η Χάρις εισέρχεται στο γεγονός, το ερμηνεύει και το αγιάζει.
Η Σκέπη δεν είναι εορτή θριάμβου, είναι εορτή μεσιτείας και οικείωσης. Εκφράζει την αποφατική διάσταση του Θεού που επιλέγει να αποκαλυφθεί μέσω του καλύμματος και όχι της αποκάλυψης.
Η θεολογία του πέπλου που προϋποθέτει η Σκέπη είναι συγγενής με την θεολογία της κεκαλυμμένης Δόξας της Παλαιάς Διαθήκης: όπως ο Μωυσής δεν μπορεί να αντικρίσει το Πρόσωπο του Θεού, έτσι και ο άνθρωπος βλέπει το θείο μόνο διά του πέπλου της Θεοτόκου.
Η Σκέπη είναι, έτσι, η μεταφυσική δυνατότητα της θεώσεως χωρίς καταστροφή του βλέποντος.
Η Σκέπη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ορατό της αφάνειας: η χειρονομία μέσω της οποίας το άπειρο καθίσταται προσιτό. Εδώ έχουμε την ύψιστη μορφή καλοσύνης: το θείο δεν επιδεικνύεται, αλλά προσφέρει κάλυψη· η παρουσία του δεν είναι εξουσιαστική, αλλά ευγενής, υποχωρητική.
Η Σκέπη είναι, επομένως, η αντι-κυριαρχική εκδοχή της θεότητας: μία μητρική επιφάνεια του ελέους που απορρίπτει τη βία του φανερού.
Αυτή η θεολογία του καλύμματος είναι, στο βάθος της, εσχατολογική. Η Σκέπη προεικονίζει το μέλλον της θεώσεως, όπου η ύλη δεν θα καταργηθεί αλλά θα διαφανεί.
Όπως το μαφόριο ανυψώνεται και παραμένει ύφασμα, έτσι και ο κόσμος, ανυψούμενος εν Χάριτι, παραμένει κόσμος. Δεν υπάρχει λύτρωση έξω από την ύλη, αλλά μέσα στην ύλη που φωτίζεται.
Επομένως, η Αγία Σκέπη δεν είναι μόνο εορτή της προστασίας, είναι εορτή της μεταφυσικής οικειότητας του Θεού. Ο Θεός δεν σώζει από μακριά· σκεπάζει από κοντά. Και η Παναγία δεν στέκει ως βασίλισσα υπεράνω του κόσμου, αλλά ως μητρική διάφανη παρουσία εντός του.
Το μαφόριο Της δεν είναι απλώς ένδυμα — είναι το συμβάν της θείας εγκατοίκησης, το φιλμ που χωρίζει και ενώνει, η λεπτή μεμβράνη όπου το άκτιστο ακουμπά το κτιστό χωρίς να το φθείρει.
Η Αγία Σκέπη είναι, εν τέλει, το δόγμα της θεολογίας του σκιάζειν: της θείας σκιάς που δεν κρύβει αλλά αποκαλύπτει· της σιωπής που φωτίζει· της αφής που σώζει.
Στο μαφόριο της Παναγίας συναντάται η
ύλη της λύτρωσης και η χάρη της αφάνειας· εκεί το φως δέχεται να φορέσει
ύφασμα, για να μπορέσει ο άνθρωπος να το αντέξει.
Και ο κόσμος, κάθε φορά που εορτάζει τη Σκέπη, ανανεώνει αυτή τη λεπτή, αόρατη συμφωνία με το Θείο: ότι θα συνεχίσει να ζει εντός του καλύμματος της Αγάπης, κάτω από το μαφόριο του ελέους, όπου το ορατό δεν είναι παρά η σκιά του Αοράτου.
από Manos Lambrakis
Ελλάδα η Παναγιά μαζί σου!
"Άξιζε, γιατί δεν
ζητήσαμε νίκη· ζητήσαμε να μη γίνουμε ίδιοι με κείνους που νίκησαν". Ζήτω
το ΟΧΙ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου