Το κενό, δεν είναι η απουσία, αλλά το διάστημα όπου το υποκείμενο παραιτείται από τη βία της παραγωγικότητας και το σημείο όπου η ύπαρξη απεκδύεται το καθήκον να «γεμίσει» τον εαυτό της με νόημα. Μέσα σ’ αυτό το κενό, γεννιέται η δυνατότητα της αγάπης ως παραμονής και όχι ως επιδιόρθωσης.
Η αγάπη δεν θεραπεύει, φίλες και φίλοι.
Αντέχει. Δεν έρχεται να διορθώσει τη ρωγμή, αλλά να σταθεί εντός της χωρίς
προσποίηση πληρότητας.
Όπως το σώμα μας δεν είναι αντικείμενο αλλά πεδίο ανοιχτότητας προς τον κόσμο, έτσι και η αγάπη δεν κατέχει τον Άλλον αλλά τον καθιστά ορατό. Δεν τον καταλαμβάνει, αλλά τον αφήνει να υπάρχει, να αποκαλύπτεται μέσα στην αδυναμία του.
Να αγαπάς σημαίνει να βλέπεις τον εαυτό σου με όλα του τα θραύσματα, να αντέχεις το ανείπωτο μέσα του χωρίς να κλείνεις τα μάτια. Να συνυπάρχεις με το ανολοκλήρωτο χωρίς να το τιμωρείς, χωρίς να το προδίδεις, χωρίς να το μεταμορφώνεις για να γίνει «ανεκτό».
Η αγάπη είναι μορφή επιείκειας του Είναι προς τον εαυτό του. Δεν απαιτεί απόδειξη, δεν αξιώνει ανταπόδοση. Απλώς παραμένει.
Κάθε φορά που ο άνθρωπος επιλέγει να φύγει από το κενό, γίνεται παιδί της απώθησης. Κάθε φορά που παραμένει, ωριμάζει μέσα στην ευαλωτότητα.
Το πάθος είναι ένας θόρυβος που τυφλώνει.
Η αγάπη, αντιθέτως, είναι σιωπή που
φωτίζει. Το πάθος καταναλώνει, η επιμονή σώζει.
Η αγάπη δεν συνίσταται στο «να έχω» ή στο «να αποδεικνύω». Δεν χρωστά κανείς την αγάπη του, ούτε χρειάζεται να την υποστηρίζει με απολογισμούς. Η αγάπη είναι αυτάρκεια του ελλείμματος: να υπάρχεις αληθινά, ακόμη και φθαρμένος, και να γνωρίζεις πως αυτό αρκεί.
Η αλήθεια της αγάπης δεν βρίσκεται στο
αλώβητο, αλλά στη φθορά που ανέχεται τον εαυτό της. Όπως το σώμα είναι «το
συνεχές του κόσμου μέσα μου», έτσι και η αγάπη είναι η συνέχεια του Άλλου μέσα
στην ευθραυστότητά μου. Είναι η συμφιλίωση του κενού με το Είναι, η αποδοχή ότι
το άδειο δεν χρειάζεται να γεμίσει, γιατί ήδη σημαίνει.
Η αγάπη δεν είναι το αντίθετο της απουσίας.
Είναι η πιο ανθεκτική μορφή της.
Δεν ζητά, δεν παρακαλεί, δεν λυπάται.
Απλώς υπάρχει -ήσυχη, διαφανής, αθόρυβη.
Και μέσα σ’ αυτήν τη διαύγεια, το κενό παύει να είναι τρόμος και γίνεται τόπος κατοίκησης.
Manos Lambrakis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου